Η λεκιθίνη, όπως κυκλοφορεί στο εμπόριο, είναι κυρίως μίγμα λιπαρών οξέων, τα οποία είναι ενωμένα με φωσφόρο και, ενδεχομένως, με άλλες ουσίες. Το μίγμα ονομάζεται φωσφολιπίδια ή φωσφατίδια. Στο μίγμα αυτό κυριαρχεί η φωσφατιδυλική χολίνη, η οποία αποτελείται κατά 15%, περίπου, από χολίνη. Έτσι, οι ιδιότητες της χολίνης είναι σε σημαντικό βαθμό και ιδιότητες της λεκιθίνης, και αντίστροφα.
Η λεκιθίνη που είναι σε υγρή μορφή ή σε κάψουλες περιέχει μεγάλο ποσοστό ελαίου (κατά κανόνα σογιέλαιο). Η λεκιθίνη σε κόκκους περιέχει πολύ λιγότερο ή καθόλου έλαιο. Όσο μικρότερο είναι το ποσοστό του ελαίου και όσο μεγαλύτερο το ποσοστό των φωσφατιδίων, τόσο υψηλότερη είναι η ποιότητα της λεκιθίνης.
Η λεκιθίνη αποτελεί δομικό συστατικό των κυτταρικών μεμβρανών, αυξάνοντας τη ρευστότητά τους και συμμετέχοντας στη διαδικασία διόρθωσης των βλαβών τους.
Από τα παραπάνω φαίνεται ο σπουδαίος ρόλος της λεκιθίνης στην πρόληψη σοβαρών ασθενειών, όπως ηπατοπάθειες, καρκίνος, νευρολογικές παθήσεις, δεδομένου ότι όλες οι παραπάνω -και όχι μόνο- ασθένειες έχουν, συχνά, σχέση με τη μειωμένη ρευστότητα των κυτταρικών μεμβρανών και τους αναποτελεσματικούς μηχανισμούς διόρθωσης των βλαβών τους.
Συνήθης Χρήση: Μία ή δύο κουταλιές σούπας την ημέρα σκέτη ή με τα δημητριακά, το φαγητό κλπ. Μην χρησιμοποιείτε υψηλές θερμοκρασίες, για αποφυγή καταστροφής χρήσιμων συστατικών.
Φυσική λεκιθίνη σόγιας σε κόκκους, με περιεκτικότητα 95-98% σε φωσφατίδια και 33% σε πολυακόρεστα λιπαρά οξέα. Περιέχει επίσης αξιόλογες ποσότητες πολύτιμων συστατικών, όπως φώσφορο, ασβέστιο, μαγνήσιο, σίδηρο, βιταμίνη Ε. Τα συστατικά αυτά δεν είναι πρόσθετα, αλλά προέρχονται από τη σόγια, και δεν χάθηκαν κατά τη διαδικασία εξαγωγής, λόγω της προηγμένης τεχνικής που χρησιμοποιήθηκε. Δεν περιέχει λάδι.