Κούραση που οφείλεται σε ανία και αδιαφορία.Bαριέμαι, η δουλειά είναι μονότονη και με κουράζει, και η σκέψη της δουλειάς με κουράζει. Πρέπει να διαβάσω αλλά βαριέμαι, βαριέμαι να καθαρίσω το σπίτι αλλά πρέπει.
Έχω βολευτεί στις συνήθειες μου βαριέμαι να ασχοληθώ με καινούργια πράγματα. Η κούραση μου εξαφανίζεται όταν πρόκειται να κάνω κάτι που με ευχαριστεί.
ΣΥΜΠΤΩΜΑ
Κούραση/βαρεμάρα
Κούραση/βαρεμάρα
ΑΝΘΟΪΑΜΑ
Ψυχική & σωματική δύναμη
Ψυχική & σωματική δύναμη