Το κριθαράκι ή αλλιώς μανέστρα είναι ένα από τα πιο κλασσικά πιάτα ζυμαρικών της ελληνικής και ιταλικής κουζίνας.
Το όνομα του οφείλεται στο γνωστό σε ολους δημητριακό κριθάρι και διακρίνεται για το ωοειδές του σχήμα πλατύ στο κέντρο και μυτερό στις άκρες. Αν και μοιάζει με ρύζι, δε χυλώνει εύκολα, ενώ βράζει πιο γρήγορα. Τρώγεται ζεστό, συνήθως σε κοκκινιστά ή χρησιμοποιείται σε σούπες. Στην ελληνική κουζίνα, συνήθως προστίθεται σε φαγητά της κατσαρόλας στο τέλος, για να βράσει απορροφώντας τους ζωμούς του κρέατος και να χυλώσει. Παραδοσιακά, κυρίως χρησιμοποιείται στο γιουβέτσι. Χρησιμοποιείται επίσης σε σαλάτες, για τις οποίες βράζει, ύστερα ανακατεύεται με λίγο βούτυρο ή ελαιόλαδο (προαιρετικά ώστε να μην κολλάει) και εν συνεχεία, αφού κρυώσει, συνδυάζεται με διάφορα βρασμένα ή ψημένα λαχανικά ( αγγινάρες, κολοκυθάκια, μελιτζάνες μάραθο κ.α.) ενώ συχνά προστίθενται και ελιές. Συχνά σερβίρεται με τριμμένα, συνήθως αλμυρά, τυριά, όπως φέτα, κεφαλοτύρι ή παρμεζάνα.